Συνέντευξη στην εφημερίδα «ΝΕΑ ΣΕΛΙΔΑ» και τη δημοσιογράφο Γεωργία Σαδανά έδωσε ο πρώην Πρόεδρος της Βουλής και βουλευτής Α’ Αθήνας του ΣΥΡΙΖΑ, Νίκος Βούτσης. Στη συνέντευξη που φιλοξενείται, σήμερα στην κυριακάτικη εφημερίδα ο Νίκος Βούτσης απαντά στις αιτιάσεις της κυβέρνησης για το μεταναστευτικό επισημαίνοντας ότι «Η Δεξιά είναι πλέον όμηρος και θύμα της προπαγάνδας της», περιγράφει τη στάση της αξιωματικής αντιπολίτευσης αναφορικά με την ψήφο των αποδήμων και τον νέο εκλογικό νόμο ενώ τονίζει ότι «Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι η καρδιά της προοδευτικής δημοκρατικής παράταξης»
Ολόκληρη τη συνέντευξη του Νίκου Βούτση:
Κύριε Βούτση, σας ανησυχεί η ραγδαία αύξηση των μεταναστευτικών ροών; Η αυστηροποίηση του θεσμικού πλαισίου από πλευράς κυβέρνησης θα μπορούσε να αποδώσει στην αποσυμφόρηση των νησιών;
Η αποσυμφόρηση των νησιών είχε ξεκινήσει και είχαμε καταρχήν επιτυχή αποτελέσματα το προηγούμενο διάστημα, ενώ υλοποιούνταν ο σχεδιασμός μετακίνησης στον ηπειρωτικό κορμό. Στις αρχές Ιουλίου του 2019 φιλοξενούνταν 5.650 άτομα στη Μόρια. Δυστυχώς, η κυβέρνηση, επειδή ανομολόγητα εμφορούνταν από την ιδέα της αποτροπής ως στρατηγικής, άφησε ένα κρίσιμο διάστημα διμήνου να περάσει χωρίς να προχωρήσει με ταχύτητα το πρόγραμμα και αφήνοντας, μάλιστα, στα νησιά πολύ μεγάλες «τρύπες» σε σχέση με το διοικητικό, το υγειονομικό αλλά και το προσωπικό ασφάλειας.
Δεν έλαβε σοβαρά υπόψη της η κυβέρνηση τις προειδοποιήσεις που είχαν γίνει από τον κ. Ερντογάν σε σχέση μ’ αυτό το ζήτημα από τον Μάιο κιόλας. Προειδοποιήσεις οι οποίες στηρίζονται μεν σ’ ένα πραγματικό γεγονός, ότι, δηλαδή, υπήρξε αύξηση του προσφυγικού πληθυσμού στην Τουρκία και μετακίνησή του από την Κωνσταντινούπολη προς τον Νότο -και άρα υπήρχε ένα αντικειμενικό γεγονός που μπορεί να αύξανε τις διελεύσεις-, αλλά και στο γεγονός της πολιτικής της Τουρκίας, που ήταν φανερό, μετά την οξεία αντιπαράθεση που είχε το καθεστώς της Τουρκίας με την ΕΕ και τις προειδοποιήσεις που υπήρξαν από πλευράς Βρυξελλών για τη σωστή ανάληψη μέτρων εναντίον της Τουρκίας για την πολιτική της σε σχέση με τις γεωτρήσεις στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο, ότι θα υπήρχαν αντίποινα αυτού του τύπου από την πλευρά της Τουρκίας. Προειδοποιήσεις, βεβαίως, απαράδεκτες ως προς την ουσία τους, πλην όμως είχαν υπάρξει. Και είχαν υπάρξει και δημόσια, και άρα με αυτή την έννοια λέω ότι θα έπρεπε από τον Ιούλιο κιόλας και ύστερα να γνωρίζει η κυβέρνηση ότι στο μέτωπο αυτό θα υπήρχε πολύ μεγάλη ένταση και ποσοτική αύξηση των θυμάτων και των ροών.
Τώρα αυτό που μπορεί να γίνει -και δηλώσαμε επίσης στην Επιτροπή διά του κ. Μουζάλα και του κ. Βίτσα ότι ως προς αυτό είμαστε απολύτως αλληλέγγυοι και συναινετικοί- είναι να υπάρξει μια μεγαλύτερη αλληλεγγύη από πλευράς των περιφερειών, των δήμων και των περιοχών στις οποίες γίνεται η μετακίνηση των ευπαθών -και όχι μόνο- ομάδων προσφύγων και μεταναστών από τα νησιά, έτσι ώστε, καθώς μπαίνουμε, μάλιστα, στον χειμώνα, να σταματήσει το δράμα που υπάρχει στη Μόρια και όχι μόνο.
Το κυριότερο όμως είναι η διεθνής πτυχή, στην οποία επιμένουμε. Δηλαδή, οι χώρες της Ευρώπης να αναλάβουν τις ευθύνες που τους αναλογούν, τη φιλοξενία του μερίσματος ευθύνης ανά χώρα σε σχέση με τα κύματα των προσφυγικών ροών. Εκεί χρειάζεται μια πολύ πιο τολμηρή διεθνής πολιτική από πλευράς της σημερινής κυβέρνησης, διότι αυτό που έχει συμβεί είναι η ΕΕ, που κατά τα άλλα τηρεί τους κανονισμούς απαρέγκλιτα -κι αυτό το ζήσαμε στο πετσί μας τόσα χρόνια με το ζήτημα του χρέους και της αποπληρωμής του-, γι’ αυτό το θέμα να συμπεριφέρεται πολύ πιο ελαστικά προς τις χώρες του Βίζεγκραντ -και όχι μόνο-, που έχουν αρνηθεί την εφαρμογή των αποφάσεων αυτών.
Χαιρετίζουμε το ότι σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα στην κυβέρνηση αντελήφθησαν ότι αυτό είναι ένα μείζον διεθνές και ευρωτουρκικό πρόβλημα, που έχει να κάνει με τις απειλές και τις πολεμικές εστίες στην περιοχή μας, όπως έχει προφανώς να κάνει και με τη γεωπολιτική θέση της χώρας. Δεν έχει να κάνει με αυτό το οποίο προπαγανδιστικά επί τετραετία υποστήριζε η ρητορική της άκρα Δεξιάς, την οποία άφηνε και η Νέα Δημοκρατία να δηλητηριάζει τον κόσμο, ότι, δηλαδή, ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ και η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ υπεύθυνοι για την προσέλκυση αυτών των ροών ανθρώπων, οι οποίοι είναι προφανές ότι δεν θα έφευγαν ποτέ από τις εστίες τους εάν δεν υπήρχαν οι πολεμικές επιχειρήσεις, στις οποίες και η Δύση και η ΕΕ έχουν τις δικές τους ευθύνες. Η Δεξιά είναι πλέον όμηρος και θύμα της προπαγάνδας της.
Υστερα από δέκα χρόνια οικονομικής κρίσης, θεωρείτε ότι δεν πρέπει να εκφραστούν ευρύτερες συναινέσεις σε ζητήματα όπως η ψήφος των αποδήμων και ο νέος εκλογικός νόμος;
Ευρεία συναίνεση είχε υπάρξει στη σχετική νομοθετική ρύθμιση, η οποία ήρθε ως πρόταση από το υπουργείο Εσωτερικών, από τη Διακομματική Επιτροπή και από τις προτάσεις που είχαν γίνει από αρμόδιους φορείς για το ζήτημα της ψήφου των ομογενών. Σήμερα η κυβέρνηση στρίβει το τιμόνι, απ’ ό,τι φαίνεται και με τη συμπαράσταση του Κινήματος Αλλαγής, το οποίο στο παρελθόν είχε μια πολύ διαφορετική γραμμή πάνω σε αυτό το θέμα, και προσπαθούν να διαμορφώσουν ένα προπαγανδιστικό κλίμα στην ομογένεια εναντίον του ΣΥΡΙΖΑ. Επί της ουσίας όμως δεν αναλαμβάνουν τις ευθύνες τις δικές τους, που επί δεκαετίες με άλλο τρόπο έπαιρναν την ψήφο των ομογενών.
Αν θυμάστε -κι αυτά δεν πρέπει να τα ξεχνάμε-, δύο μήνες πριν από τις εκλογές έκλειναν όλες τις θέσεις των αεροπλάνων με δανεικά κι αγύριστα των κομμάτων για να φέρουν όσο πληθυσμό και απ’ όποια μέρη οι ίδιοι έκριναν για να τους ψηφίζει. Κι αυτό χωρίς καμία πρόνοια, χωρίς να αναλαμβάνουν καμία ευθύνη για τη θεσμική ρύθμιση αυτού του ζητήματος. Κάπως έτσι οδήγησαν σε χρεοκοπία και την Ολυμπιακή. Αρα μάλλον πρέπει να δείχνουν τον εαυτό τους και όχι να κουνάνε το δάχτυλο προς την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ.
Θα γίνει η σχετική συζήτηση στη Βουλή με τις λεπτομέρειες που αφορούν στην ουσία του ζητήματος, δηλαδή στα δύο επίδικα, με πρώτο το θέμα της επιστολικής ψήφου και κατά πόσο αυτή συνιστά διακριτική μεταχείριση σε σχέση με τους υπόλοιπους ή της προσωπικής παρουσίας στα προξενεία και τις άλλες Αρχές, που λέει η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό είναι το ένα θέμα. Και το δεύτερο, κατά πόσο το αποτέλεσμα από τη συμμετοχή στην ψηφοφορία θα επηρεάζει και το γενικό αποτέλεσμα στο εσωτερικό της χώρας. Και τότε θα δοθεί η ευκαιρία σε όλους να αντιληφθούν τι υπήρξε προπαγάνδα και μια ρητορική λαϊκιστική επί του θέματος και τι όχι.
Κάνουν το παν ώστε η απλή αναλογική, μια από τις αξιακές θεσμικές ρυθμίσεις που είχε η Αριστερά στο πρόγραμμά της επί δεκαετίες και τις οποίες προσπάθησαν οι κυβερνήσεις του ΣΥΡΙΖΑ να εφαρμόσουν στην Τοπική Αυτοδιοίκηση και στις εθνικές εκλογές, να φύγει ως αποτύπωμα από τη θεσμική μνήμη του λαού μας και τη θεσμική οργάνωση της χώρας. Εργαζόμαστε και ελπίζουμε να μην το πετύχουν. Διότι αν κάτι απέδειξε η κρίση στην οποία αναφερθήκατε και στο ερώτημά σας, είναι ότι υπήρξαν τρεις τουλάχιστον ή τέσσερις πολυκομματικές κυβερνήσεις με συμμετοχή δύο έως τριών κομμάτων καθ’ όλη τη διάρκεια της κρίσης. Υπήρξαν οκτακομματικές Βουλές με το υπάρχον σύστημα του τερατώδους μπόνους των 50 εδρών. Αρα η σύνθεση της Βουλής και η πολιτική που ασκείται από τις κυβερνήσεις στη βάση συναινέσεων και συνθέσεων πολύ λίγη σημασία έχουν με το αν υπάρχει το σύστημα της απλής αναλογικής ή όχι. Το σύστημα της απλής αναλογικής όμως δίνει τη δυνατότητα στην κοινωνία, στους πολίτες να έχουν μια ευρύτερη επιλογή, να μην πηγαίνουν, δηλαδή, σε αναγκαστικές συναινέσεις προεκλογικά, αλλά αυτές να αναζητούνται ως συνθέσεις μετεκλογικές για τη διαμόρφωση πολυκομματικών κυβερνήσεων.
Ακριβώς αυτό δεν θέλουν, διότι αυτή η προσπάθειά τους εντάσσεται -ανοίγω ένα άλλο θέμα σε σχέση με αυτό και το κλείνω ταυτόχρονα- στο ότι δεν θέλουν να αποδεχτούν ότι το παρόν σύστημα, έτσι όπως ο λαός με την ψήφο του στις πρόσφατες εθνικές εκλογές επισημοποίησε, είναι ένα σύστημα στη νέα μεταπολίτευση ενός διπολισμού πλέον και όχι του κλασικού μεταπολιτευτικού δικομματισμού, όπου στον δεύτερο πόλο βρίσκεται μια δύναμη της Αριστεράς που εκφράζει και την ευρύτερη προοδευτική παράταξη. Αυτό δεν θέλουν να το αποδεχτούν. Είναι η νέα στρατηγική των «παρενθέσεων», έτσι όπως είχαν τη στρατηγική της «παρένθεσης» που δεν τους βγήκε κατά τη διάρκεια των κυβερνήσεων του ΣΥΡΙΖΑ.
Θέλουν να οδηγηθούμε, όπως είχε την τόλμη ο κ. Βορίδης να πει, σε μια «θεσμική θωράκιση» απέναντι στο όποιο ενδεχόμενο η Αριστερά να ξαναέρθει στα πράγματα και στη διακυβέρνηση του τόπου. Αρα, λοιπόν, όταν γίνει η συζήτηση και για τον εκλογικό νόμο πάνω στον καμβά που ήδη σας ανέπτυξα, θα γίνουν πολύ σοβαρές συζητήσεις, για να καταλάβει και ο κόσμος ότι η Δεξιά πραγματικά δεν βάζει μυαλό. Είναι μια δύναμη η οποία συνέργησε στο να φτάσουν και η χώρα και το πολιτικό σύστημα σε χρεοκοπία ταυτόχρονα. Θέλουν τη νέα μεταπολίτευση πάνω σε ένα σκηνικό Δεξιάς – Κεντροδεξιάς. Αυτό θα αποτραπεί. Ηδη ο ελληνικός λαός με τις πρόσφατες εκλογές και το αποτέλεσμα, παρότι δεν νίκησε ο ΣΥΡΙΖΑ, έδωσε το σύνθημα προς ποια εναλλακτική κατεύθυνση θέλει να πορευτεί η Ελλάδα μετά την κρίση και μετά τη νεοφιλελεύθερη εμπειρία που ήδη βιώνουμε.
Στην τελευταία συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ δόθηκε ομόφωνα το «πράσινο φως» για τη διεύρυνση του κόμματος. Προσωπικά φοβάστε την «πασοκοποίηση»;
Η «πασοκοποίηση» είναι μια ορολογία η οποία δεν συνάδει, κατά τη γνώμη μου, με την επιχειρούμενη γενναία τομή στην πορεία του ΣΥΡΙΖΑ και της ευρύτερης προοδευτικής παράταξης. Μιλάμε με όρους σύγχρονους, μιλάμε με όρους μετά την κρίση, μιλάμε με όρους ενός νέου πολιτικού συστήματος, όπου πλέον η Αριστερά εδώ και επτά χρόνια έχει με αλλεπάλληλες και διαδοχικές αναμετρήσεις κερδίσει τη συναίνεση εκατομμυρίων συμπολιτών μας. Με αυτή την έννοια, τα επίδικα αυτής της πορείας, τα οποία, κατά τη γνώμη μου, έχουν τεθεί, έχουν αναλυθεί και υπάρχουν προωθητικές συνθέσεις για το πώς θα γίνει αυτή η τομή για τον νέο ΣΥΡΙΖΑ, είναι πάρα πολύ μακριά από την επαναφορά μιας ορολογίας που παραπέμπει στο απώτερο παρελθόν.
Με ευρύτατες συναινέσεις και μέσα από διακριτές τοποθετήσεις και αντιλήψεις έχει διαμορφωθεί ένα πολύ θετικό πνεύμα και στον ΣΥΡΙΖΑ και στην Προοδευτική Συμμαχία και ευρύτερα μέσα στον κόσμο που ψήφισε και στήριξε τον ΣΥΡΙΖΑ σε διαδοχικές εκλογικές αναμετρήσεις. Αυτά είναι τα θετικά με τα οποία θα πορευτούμε και είμαι αισιόδοξος. Τους επόμενους μήνες ο ΣΥΡΙΖΑ θα αναδειχτεί εν τοις πράγμασι και μέσα από το συνέδριό του στην καρδιά της προοδευτικής δημοκρατικής παράταξης και της πράσινης Αριστεράς. Είμαστε πολύ πιο μπροστά από το να αντιδικούμε και να σκιαμαχούμε με ορολογίες του παρελθόντος.
Εχετε επισημάνει πολλές φορές με αυτοκριτική διάθεση τρωτά σημεία της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Θεωρείτε ότι είναι αναγκαία η συζήτηση για τα αίτια της ήττας;
Θεωρώ ότι είναι αυτονόητο στην πορεία διαμόρφωσης του προγράμματος και των προοπτικών που θα αποτιμηθούν στο επικείμενο συνέδριο με συντεταγμένο τρόπο και με συζήτηση υπεύθυνη, χωρίς προσωποποιήσεις και χωρίς υποκειμενισμούς, να διαμορφωθεί ένα corpus εμπειριών διακυβέρνησης που το έχει ανάγκη, όχι μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ, όχι μόνο η προοδευτική παράταξη, αλλά το έχει ανάγκη και η Ευρώπη. Διότι τέτοιο πείραμα δεν ξανάγινε. Εννοώ τη διακυβέρνηση της Αριστεράς και, μάλιστα, σε πάρα πολύ δύσκολες συνθήκες. Αρα είμαστε υποχρεωμένοι και ως προς τούτο πιστεύω ότι θα συμβάλει και η πρόταση που έχει κάνει ο Αλέξης Τσίπρας για ένα διεθνές forum συζήτησης πάνω σε αυτό το ζήτημα. Θα συμβάλει οπωσδήποτε και η αποτίμηση εσωτερικά στον ΣΥΡΙΖΑ και ευρύτερα στον προσυνεδριακό διάλογο των βασικών πτυχών πολιτικής και ύφους της εξουσίας και της διακυβέρνησης.
Η εκλογή προέδρου από τη βάση θα μπορούσε να αναθερμάνει τη σχέση του ΣΥΡΙΖΑ με την κοινωνική πλειοψηφία;
Εάν εννοείτε να επαναλάβουμε αυτά τα οποία έχουν κάνει τα κόμματα που χρεοκόπησαν τη χώρα ακριβώς για να αποφύγουν τις συλλογικές και συντεταγμένες διαδικασίες, είναι προφανές ότι η απάντηση είναι αρνητική. Δηλαδή, αυτό που μας ενδιαφέρει είναι συλλογικά και έχοντας μια αδιαμφισβήτητη προσωπικότητα επικεφαλής του ΣΥΡΙΖΑ, τον Αλέξη Τσίπρα, να συνομολογηθεί και διά του συνεδρίου η νέα ηγεσία σε όλα τα επίπεδα του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό είναι το σημαντικό. Σημαντικό, βέβαια, είναι να χρησιμοποιήσουμε και τις νέες τεχνολογίες, αυτό το οποίο αναφέρεται ως συμβολή της ηλεκτρονικής πλατφόρμας, όχι μόνο για τη συγκρότηση του κόμματος, αλλά κυρίως για την από εκεί και πέρα λειτουργία του στο επίπεδο της ενημέρωσης, της πληροφόρησης, της ανταλλαγής απόψεων, της διαμόρφωσης γνώμης. Αυτά είναι τα επίδικα τα πραγματικά.